Σύμφωνα με μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Φινλανδίας που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Journal of Epidemiology and Community Health, τόσο οι λίγες όσο και οι πολλές ώρες ύπνου συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου στον πνεύμονα.
Οι ερευνητές από τη Φινλανδία ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 2.682 άνδρες ηλικίας 42-60 ετών και κάλυπταν διάστημα 20 ετών. Η συνδυαστική μελέτη των συνηθειών τους και του ιατρικού τους ιστορικού υπέδειξε ότι λιγότερες από 7 και περισσότερες από 7,5 ώρες ύπνου συσχετίζονται με περισσότερες πιθανότητες εκδήλωσης καρκίνου στον πνεύμονα, ακόμη κι όταν συνυπολογίστηκαν βασικοί παράγοντες κινδύνου για τη νόσο, όπως το κάπνισμα.
Οι ειδικοί παραδοσιακά συνιστούν 7-9 ώρες ύπνου στους ενήλικες, αν και οι ανάγκες σε ύπνο συχνά διαφέρουν από άτομο σε άτομο ή ανά ηλικιακή ομάδα του πληθυσμού. Η έλλειψη ύπνου, οι διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο, η αϋπνία και οι διακοπές στον ύπνο οδηγούν σε έντονο αίσθημα κόπωσης την επόμενη ημέρα, εξασθένηση των πνευματικών ικανοτήτων, έλλειψη ενέργειας, αυξημένο στρες αλλά και μείωση των καρδιακών παλμών και της θερμοκρασίας του σώματος.
Σε βάθος χρόνου, ο κακός ύπνος προηγείται ή και συνυπάρχει με χρόνιες παθήσεις, όπως η καρδιοπάθεια, ο καρκίνος και η άνοια. Επίσης, παρατηρείται μια τάση για αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου σε άτομα που κοιμούνται είτε πολλές είτε λίγες ώρες.
Παράγοντες που καθοδηγούν τη σχέση μικρής ή μεγάλης διάρκειας ύπνου και καρκίνου εκτιμάται πως είναι η χαμηλού βαθμού φλεγμονή και η διαταραχή στην παραγωγή μελατονίνης (η αποκαλούμενη «ορμόνη του ύπνου»).