Σύμφωνα με το πενταετές πρόγραμμα Ανάπτυξης της Εταιρείας Διανομής Αερίου Αττικής για την περίοδο 2020-2024 που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας η περιοχες : Αθήνα, Κηφισιά, Χαλάνδρι, Γλυφάδα, Ζωγράφου και Καλλιθέα είναι οι δήμοι στους οποίους θα κατασκευαστούν τα περισσότερα χιλιόμετρα νέων δικτύων φυσικού αερίου.
Το πρόγραμμα επικεντρώνει στην αύξηση των συνδέσεων πάνω στο υφιστάμενο, ενεργό δίκτυο φυσικού αερίου, καθώς όπως επισημαίνει η ΕΔΑ με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται αύξηση του βαθμού αξιοποίησης του δικτύου διανομής. Παράλληλα, και για την αύξηση της προσβασιμότητας δυνητικών καταναλωτών, προβλέπεται η στοχευμένη ανάπτυξη δικτύου διανομής, ώστε να διασφαλίζεται η οικονομική αποτελεσματικότητα των νέων έργων χωρίς να επιβαρύνονται οι καταναλωτές.
Ειδικότερα κατά την περίοδο 2020-2024 προβλέπεται η κατασκευή νέων δικτύων χαμηλής πίεσης μήκους 610 χιλιομέτρων. Από αυτά, τα 77 χλμ. θα κατασκευαστούν στον Δήμο Αθηναίων, 47 χλμ. στην Κηφισιά, 34 χλμ στο Χαλάνδρι, 32 χλμ στου Ζωγράφου και τη Γλυφάδα, 30 χλμ στην Καλλιθέα (συνημμένος ο αναλυτικός πίνακας με τις επεκτάσεις δικτύων ανά δήμο της Αττικής).
Η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΔΑ Αττικής, όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της εταιρείας Πιέρρος Χατζηγιάννης, είναι η κάλυψη της αυξημένης ζήτησης, καθώς όλο και περισσότεροι καταναλωτές, τόσο νοικοκυριά, όσο και στη βιομηχανία, στρέφονται στο φυσικό αέριο. Το 2019 προστέθηκαν στο πελατολόγιό της 20.000 νέοι καταναλωτές και αυξήθηκαν οι διακινούμενοι όγκοι φυσικού αερίου κατά 40 περίπου, εκατ. κυβικά μέτρα.
Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά στοιχεία της ΕΔΑ Αττικής, το πενταετές πρόγραμμα αποσκοπεί στον διπλασιασμό σχεδόν των συνδέσεων, δηλαδή σε 240.000 ενεργοποιημένους μετρητές το 2024, έναντι 135.000 το 2019, με τους διανεμόμενους όγκους να αγγίζουν τα 466 εκατ. κυβικά μέτρα, από 340 εκατ. κ.μ. στο τέλος του περασμένου έτους. Η επέκταση αυτή θα ανεβάσει στο 66% το ποσοστό κάλυψης της ΕΔΑ Αττικής στις περιοχές ευθύνης της, από 55% σήμερα και σε πάνω από 50%, το ποσοστό διείσδυσης σε οικιακά κτίρια από 39% το 2019.