Πριν από λίγες ημέρες ακούσαμε τον οικονομολόγο Μάξιμο Τορέρο, επικεφαλής του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ να επισημαίνει ότι τις επόμενες εβδομάδες ενδέχεται να παρουσιαστούν τα πρώτα προβλήματα στην Παγκόσμια έλλειψη τροφίμων. Κάτι που ενδέχεται να προκαλέσουν τα έκτακτα μέτρα πρόληψης και προστασίας, που έχουν επιβληθεί σε όλα τα κράτη για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας πανδημίας του κορωνοϊού.
Πόσο έτοιμη είναι η Ελλάδα αν κλείσει τα σύνορα της ,να μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες της ;
Η απάντηση είναι απλή , δεν είναι καθόλου έτοιμη .
Πριν την κρίση του κορονοϊού λέγαμε πως η Ελλάδα αν ήθελε να ξεπεράσει την οικονομική κρίση και να πατήσει στα δικά της πόδια έπρεπε τα επόμενα χρόνια να ανακτήσει την αυτονομία της και να μειώσει το επίπεδο των εισαγωγών της από τρίτες χώρες επενδύοντας κυρίως στον πρωτογενή τομέα. Πολύ περισσότερο ,όταν πρώτον δεν διαθέτουμε βαριά βιομηχανία, και δεύτερον η χώρα δεν παράγει τα βασικά της αγαθά και εστιάζει κυρίως στον τουρισμό.
Δηλαδή ,πώς περιμένει να έχει ανάπτυξη αφού δεν καλύπτει ούτε τις στοιχειώδης ανάγκες της και απλά εισάγει από τρίτες χώρες. Έτσι μειώνει σημαντικά τις πιθανότητες να εμφανίσει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και αρκείτε σε μια φοροεισπρακτική πολιτική που απλά επιβαρύνει τους πολίτες της.
Τώρα μάλιστα με την σημερινή κρίση που έφερε ο κορονοϊός αν κλείσουν τα σύνορα και οι εισαγωγές σταματήσουν θα μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις εγχώριες ανάγκες μας;
Και η οικονομία, φέτος( που ο τουρισμός λόγω του ιού θα είναι ελάχιστος, αγγίζοντας τα μηδενικά όρια) πως θα στηριχτεί;
Η εικόνα που καταγράφει η ελληνική κτηνοτροφία δυστυχώς τα τελευταία χρόνια είναι απογοητευτική. Τα στοιχεία μιλούν για μεγάλη πτώση της τάξης του 30% στην παραγωγή γάλακτος με αντίστοιχο ποσοστό πτώσης σε ότι αφορά το διαθέσιμο ζωικό κεφάλαιο. Εγκαταλείπουν, οι παραδοσιακές οικογένειες συνεχώς τον κλάδο, κλείνοντας τις κτηνοτροφικές μονάδες τους και ο απόηχος αυτών των λανθασμένων πολιτικών είναι να δημιουργείτε ένα μεγάλο κενό που είναι δύσκολο θα καλυφθεί, αφού κανένας νέος δεν εισέρχεται αλλά και καμία επένδυση δεν γίνεται σε αυτές που παραμένουν.
Το 2019 όπως λένε οι άνθρωποι του χώρου στην Θεσσαλία, η πτώση στην τιμή γάλακτος άγγιξε το 25%, ενώ σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως η Δυτική, Κεντρική Μακεδονία και η Θράκη, έφτασε ακόμα και το 40% .
Μάλιστα όπως λένε λόγω της κρίσης, ιδίως των τελευταίων δύο χρόνων αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των αιγοπροβάτων που σφαγιάστηκαν. Και αυτό γιατί οι κτηνοτρόφοι έκαναν περικοπές και δεν τάιζαν όπως έπρεπε τα ζωντανά τους με αποτέλεσμα να δουν δραματική μείωση στην παραγωγή γάλακτος, στοιχείο που τους έστρεψε στην αξιοποίηση του κρέατος, το οποίο είχε μεγαλύτερα οικονομικά περιθώρια κέρδους.
Αυτό έγινε γιατί οι κτηνοτρόφοι χωρίς την στήριξη του κράτους προσπάθησαν να βρουν άμεσα ρευστό για να αγοράσουν τις απαραίτητες ζωοτροφές. Έτσι χωρίς άλλη επιλογή γίνονταν έρμαιο των τυροκόμων και των βιομηχανιών του κλάδου οι οποίοι τους προκατέβαλαν ένα ποσό, όμως όταν ερχόταν η ώρα της εξόφλησης με την παράδοση του γάλακτος, τα χρήματα που έδιναν ήταν αρκετά λιγότερα. Αυτό συνέβαινε πολύ απλά διότι φρόντιζαν να βάζουν υψηλούς συντελεστές, δηλαδή συγκεκριμένες απαιτήσεις, που αφορούσαν στο ποσοστό λίπους και πρωτεϊνών στο γάλα, οι οποίες εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατον να πιαστούν.
Ένα άλλο παράδειγμα οπισθοδρόμησης και χωρίς καμία πολιτική ανάπτυξης και στήριξης από το κράτος, είναι τα σφαγεία στην Ελλάδα. Λειτουργούν με τεχνολογίες που χρησιμοποιούσαν οι Ευρωπαίοι στην δεκαετία του ’80. Σύγχρονες μονάδες στην χώρα δεν υπάρχουν και ούτε στο άμεσο μέλλον φαίνεται πως θα υπάρξουν . Στην Ελλάδα λειτουργούν πάνω από εκατό σφαγεία, όταν στην Ολλανδία ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τα δέκα υπερσύγχρονα.
Σήμερα ο Μάξιμο Τορέρο, επικεφαλής οικονομολόγος του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ μιλάει για ελλείψεις σε τρόφιμα σε όλο τον κόσμο, που ενδέχεται να προκαλέσουν τα έκτακτα μέτρα πρόληψης και προστασίας, που έχουν επιβληθεί σε όλα τα κράτη για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας πανδημίας του κορωνοϊού. Η έλλειψη εργατών λόγω των περιοριστικών μέτρων στην κυκλοφορία των πολιτών, καθώς και οι πολιτικές προστατευτισμού (δασμοί και απαγορεύσεις εξαγωγών) σημαίνουν ότι τις επόμενες εβδομάδες ενδέχεται να εμφανιστούν τα πρώτα προβλήματα.
Ας ευχηθούμε το πάθημα να μας γίνει μάθημα και να αλλάξει η χώρα μας τον τρόπο που σκέπτεται. Και να αναπτύξει το γρηγορότερο όλους τους τομείς του πρωτογενούς κλάδου . Το παγκόσμιο αλλά και το Ευρωπαϊκό μέλλον είναι ρευστό όσο και αβέβαιο. Κάθε χώρα κοιτά το συμφέρον της, μόνο οι αυτάρκεις χώρες θα τα καταφέρουν .