Οι ειδικοί του μουσείου πιστεύουν ότι πρόκειται για μια πρώιμη επιβεβαίωση της Θεϊκής φύσης του Χριστού, περίπου εκατό χρόνια πριν από τη Σύνοδο της Νίκαιας
Το Μουσείο της Βίβλου στην Ουάσιγκτον (ΗΠΑ) εκθέτει αυτή την στιγμή την παλαιότερη επιγραφή που προσδιορίζει τον Ιησού ως Θεό με τη μορφή ψηφιδωτού που βρέθηκε στο αρχαίο Μεγιδδώ, στο βόρειο Ισραήλ, γνωστό και ως «Ψηφιδωτό του Μεγιδδώ».
Το συγκεκριμένο έκθεμα διατίθεται για το κοινό από τον περασμένο Σεπτέμβριο μέχρι και τις 6 Ιουλίου του 2025. Σύμφωνα με την Εταιρεία Βιβλικής Αρχαιολογίας (BAS), «προσθέτει πολλά νέα στοιχεία που συμβάλλουν στην κατανόησή μας για τις πρώιμες χριστιανικές κοινότητες στους Αγίους Τόπους»
Το ψηφιδωτό διαστάσεων 4,87 μ. επί 9,75 μ. είχε τοποθετηθεί στο δάπεδο μιας χριστιανικής αίθουσας λατρείας.
Βρέθηκε από τους αρχαιολόγους της Υπηρεσίας Αρχαιοτήτων του Ισραήλ (IAA) που πραγματοποιούσαν εκσκαφές στο Kfar Othnay – έναν «οικισμό της ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής που εντοπίστηκε μέσα στους χώρους της σύγχρονης φυλακής του Μεγιδδώ» – μεταξύ 2003 και 2005, όπως περιγράφει το BAS. Έπειτα, καθάρισαν και συντήρησαν το τεχνούργημα πριν μεταφερθεί στο μουσείο.
Στη συνέχεια αναφορικά με την τοποθεσία που βρέθηκε το συγκεκριμένο ψηφιδωτό το BAS τόνισε:
«Παραδόξως, η αίθουσα αυτή αποτελούσε πτέρυγα ενός μεγάλου οικιστικού κτιρίου που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι στρατιώτες. Η αίθουσα χρονολογείται γύρω στο 230 μ.Χ. και είναι το παλαιότερο μνημείο στο Ισραήλ που είναι αφιερωμένο στη χριστιανική λατρεία.
Με τίτλο «Το ψηφιδωτό της Μεγιδδώ: Θεμέλια της πίστης» και σε συνεργασία με το ΙΑΑ, η έκθεση αποκαλύπτει ελληνικές επιγραφές στο ψηφιδωτό μαζί με διακοσμητικά μοτίβα. Οι ειδικοί πιστεύουν ότι οι επιγραφές αναφέρονται σε πιστούς μιας τοπικής αρχαίας εκκλησίας, μεταξύ των οποίων και πέντε γυναίκες.
Οι επιγραφές πάνω στο ψηφιδωτό μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Η λάτρης του Θεού Ακέπτου προσέφερε το τραπέζι στον Θεό Ιησού Χριστό ως αναμνηστικό».
Οι ειδικοί του μουσείου πιστεύουν ότι πρόκειται για μια πρώιμη επιβεβαίωση της θεότητας του Χριστού, περίπου εκατό χρόνια πριν από τη Σύνοδο της Νίκαιας.
Η επιγραφή μας λέει ότι η Ακέπτου δώρισε το τραπέζι, το επίκεντρο του δωματίου. Μπορεί να ήταν μια γυναίκα με οικονομικούς πόρους και κοινωνική καταξίωση. Ονομάζεται Φιλόθεος δηλαδή «λάτρης του Θεού». Το τραπέζι βρισκόταν στο κέντρο του δωματίου και πιθανότατα χρησιμοποιούνταν στην τέλεση της Ευχαριστίας ή του Δείπνου του Κυρίου», αναφέρεται στην ηλεκτρονική περιγραφή του μουσείου.
Οι άλλες ψηφιδωτές επιγραφές είναι: «Ο Γαϊανός, που ονομάζεται επίσης Πορφύριος, εκατόνταρχος, αδελφός μας, έφτιαξε το ψηφιδωτό με δικά του έξοδα ως πράξη γενναιοδωρίας».
Αυτό το λατινικό όνομα, που χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη ως Porphyrius, υποδηλώνει ότι ο χρηματοδότης του ψηφιδωτού προερχόταν από ανατολική επαρχία και μπορεί να αφιέρωσε προσωπικά το ψηφιδωτό.
Επίσης, «ο Βρούτος εκτέλεσε το έργο». Αυτό πιθανότατα αναφέρεται σε έναν «tessellarius» (κατασκευαστή ψηφιδωτών δαπέδων) που έκανε το έργο. Αυτοί οι τεχνίτες των ψηφιδωτών θεωρούνταν ιδιαίτερα εξειδικευμένοι στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Τέλος, «Θυμηθείτε την Primilla και την Cyriaca και τη Δωροθέα, και τέλος, τη Chreste», παρουσιάζουν ένα παράδειγμα της σημασίας των γυναικών στην πρώτη εκκλησία.
«Η διατύπωση αυτής της επιγραφής είναι ασυνήθιστη, καθώς, συνήθως, το αίτημα είναι να θυμάται ο Θεός τα άτομα», σημειώνει η περιγραφή του μουσείου. Εδώ, η ίδια η κοινότητα καλείται να θυμηθεί αυτές τις γυναίκες. Τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό για τις γυναίκες που αναφέρονται εδώ. Ενώ ήταν σαφώς σημαντικές για την κοινότητα, η επιγραφή δεν μας λέει αν ήταν προστάτιδες της κοινότητας (όπως η Ακέπτω), ή μάρτυρες, ή τιμώμενες για κάποιον άλλο λόγο».
*Mε πληροφορίες από ChristianDaily.com